Νούτσομβρος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Νούτσομβρος | ||
γενική | του | Νούτσομβρου | ||
αιτιατική | τον | Νούτσομβρο | ||
κλητική | Νούτσομβρε | |||
Κατηγορία όπως «αντίλαλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Νούτσομβρος < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈnu.t͡soɱ.vɾos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Νού‐τσομ‐βρος
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΝούτσομβρος αρσενικό, μόνο στον ενικό
- (παρωχημένο) οικισμός της Φωκίδας, άλλη μορφή του Νούτσομβρο