Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

{

  Ετυμολογία επεξεργασία

Νεοχωράκιον < Νεοχωράκ(ι) + -ιον

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Νεοχωράκιον ουδέτερο

Μεταγραφές επεξεργασία