Μωυσίδης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Μωυσίδης | οι | Μωυσίδηδες |
γενική | του | Μωυσίδη* | των | Μωυσίδηδων |
αιτιατική | τον | Μωυσίδη | τους | Μωυσίδηδες |
κλητική | Μωυσίδη | Μωυσίδηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Μωυσίδου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /mo.iˈsi.ðis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μω‐υ‐σί‐δης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΜωυσίδης αρσενικό (θηλυκό Μωυσίδου ή Μωυσίδη)
Άλλες γραφές
επεξεργασία- Μωϋσίδης (παρωχημένη)