Μούσδροβο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- Μούσδροβο < → δείτε τη λέξη Μούστροβο
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈmus.ðɾo.vo/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μούσ‐δρο‐βο
Κύριο όνομα
επεξεργασία
Μούσδροβο ουδέτερο
Συγγενικά
επεξεργασία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
Μούσδροβο
→ δείτε τη λέξη Μούστροβο |