• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

Μισιρλού

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Δείτε επίσης
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Μισιρλού οι Μισιρλούδες
      γενική της Μισιρλούς των Μισιρλούδων
    αιτιατική τη Μισιρλού τις Μισιρλούδες
     κλητική Μισιρλού Μισιρλούδες
Κατηγορία όπως «αλεπού» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
Μισιρλού < Μισιρλ(ής) + -ού < τουρκική Mısırlı (Αιγύπτιος) < Mısır < οθωμανική τουρκική مصر (mısır) < αραβική مصر (miṣr) < σημιτικής προέλευσης

Ουσιαστικό

επεξεργασία

Μισιρλού θηλυκό (αρσενικό Μισιρλής)

  • (εθνικό όνομα) θηλυκό του Μισιρλής

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • Μισιρλή (γυναικείο επώνυμο)

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    Μισιρλού

→ δείτε τη λέξη Αιγύπτια

Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=Μισιρλού&oldid=5654111"
Τελευταία επεξεργασία στις 31 Ιανουαρίου 2023, στις 07:28

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 31 Ιανουαρίου 2023, στις 07:28. Page was rendered with Parsoid.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας