Δείτε επίσης: Μεγαλοοικονόμος
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Μεγαλοκονόμος οι Μεγαλοκονόμοι
      γενική του Μεγαλοκονόμου των Μεγαλοκονόμων
    αιτιατική τον Μεγαλοκονόμο τους Μεγαλοκονόμους
     κλητική Μεγαλοκονόμο Μεγαλοκονόμοι
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Δημητράκος (κλίση: υπνάκος)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Μεγαλοκονόμος < μέγας + οικονόμος (εκκλησιαστικό αξίωμα)[1]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /me.ɣa.lo.koˈno.mos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Με‐γα‐λο‐κο‐νό‐μος

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Μεγαλοκονόμος αρσενικό (θηλυκό Μεγαλοκονόμου)

Μεταγραφές

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. Εμμανουήλ Π. Καλλίγερος (2002), Κυθηραϊκά επώνυμα. Ιστορική, γεωγραφική και γλωσσική προσέγγιση, Αθήνα: Εταιρεία Κυθηραϊκών Μελετών.