καθαρεύουσα (κατά την αρχαία κλίση)
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική τὸ Μάζιον τὰ Μάζια
      γενική τοῦ Μαζίου τῶν Μαζίων
      δοτική τῷ Μαζί τοῖς Μαζίοις
    αιτιατική τὸ Μάζιον τὰ Μάζια
     κλητική ! Μάζιον Μάζια
Συνήθως στον ενικό
2η κλίση, Κατηγορία 'πρόσωπον' όπως «πρόσωπον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Μάζιον < → δείτε τη λέξη Μάζι

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈma.zi.on/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Μά‐ζι‐ον

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Μάζιον ουδέτερο