Κόκκος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Κόκκος < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈko.kos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κόκ‐κος
- ομόηχο: κόκκος
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚόκκος αρσενικό (θηλυκό Κόκκου)
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταγραφές
επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Κόκκος < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚόκκος αρσενικό
Αναφορές
επεξεργασία- P. M. Fraser and E. Matthews 1987 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. I: The Aegean Islands. Cyprus. Cyrenaica, Oxford: Oxford University Press
- Thomas Corsten 2010 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. V.A: Coastal Asia Minor. Pontos to Ionia, Oxford: Oxford University Press
- P. M. Fraser and E. Matthews 1997 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. III.A: The Peloponnese. Western Greece. Sicily. Magna Graecia, Oxford: Oxford University Press