πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Κριώ
      γενική τῆς Κριώᾱς
      δοτική τῇ Κριώ
    αιτιατική τὴν Κριώᾱν
     κλητική ! Κριώ
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'χώρα' όπως «χώρα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
Κριώα < πιθανόν το όνομα του μυθικού ήρωα Κριός[1]

Κύριο όνομα

επεξεργασία

Κριώα θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία
  1. Διονύσιος Σουρμελής, Αττικά: ή περί δήμων Αττικής εν οις και περί τινων μερών του Άστεως, έκδοσις πρώτη, Τύποις Αλεξάνδρου Κ. Γκαρπολά, Εν Αθήναις 1854, σελ. 73