Κουφάλας
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Κουφάλας < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /kuˈfa.las/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κου‐φά‐λας
Κύριο όνομα επεξεργασία
Κουφάλας αρσενικό (θηλυκό Κουφάλα)
Δείτε επίσης : κουφάλας |
Κουφάλας αρσενικό (θηλυκό Κουφάλα)