Κουμανίδης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Κουμανίδης | οι | Κουμανίδηδες |
γενική | του | Κουμανίδη* | των | Κουμανίδηδων |
αιτιατική | τον | Κουμανίδη | τους | Κουμανίδηδες |
κλητική | Κουμανίδη | Κουμανίδηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Κουμανίδου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Κουμανίδης < εθνικό Κουμάν(ος) + -ίδης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ku.maˈni.ðis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κου‐μα‐νί‐δης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚουμανίδης αρσενικό (θηλυκό Κουμανίδου ή Κουμανίδη)