Κουμανάκης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Κουμανάκης < εθνικό Κουμάν(ος) + -άκης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ku.maˈna.cis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κου‐μα‐νά‐κης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚουμανάκης αρσενικό (θηλυκό Κουμανάκη)