Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ku.vaɾˈʝo.tis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κου‐βα‐ριώ‐της

  Ετυμολογία 1 επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Κουβαριώτης οι Κουβαριώτες
      γενική του Κουβαριώτη των Κουβαριωτών
    αιτιατική τον Κουβαριώτη τους Κουβαριώτες
     κλητική Κουβαριώτη Κουβαριώτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Κουβαριώτης < Κουβαρ(άς) + -ιώτης

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Κουβαριώτης αρσενικό (θηλυκό Κουβαριώτισσα)

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Ετυμολογία 2 επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Κουβαριώτης οι Κουβαριώτηδες
      γενική του Κουβαριώτη* των Κουβαριώτηδων
    αιτιατική τον Κουβαριώτη τους Κουβαριώτηδες
     κλητική Κουβαριώτη Κουβαριώτηδες
 * Και λόγια γενική ενικού Κουβαριώτου
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Κουβαριώτης < πατριδωνυμικό Κουβαριώτης

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Κουβαριώτης αρσενικό (θηλυκό Κουβαριώτη ή Κουβαριώτου)

Μεταγραφές επεξεργασία