Κορμακίτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Κορμακίτης < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα 1
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Κορμακίτης | οι | Κορμακίτες |
γενική | του | Κορμακίτη | των | Κορμακιτών |
αιτιατική | τον | Κορμακίτη | τους | Κορμακίτες |
κλητική | Κορμακίτη | Κορμακίτες | ||
Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Κορμακίτης αρσενικό
Μεταφράσεις
επεξεργασία Κορμακίτης
|
Κύριο όνομα 2
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Κορμακίτης | οι | Κορμακίτηδες |
γενική | του | Κορμακίτη* | των | Κορμακίτηδων |
αιτιατική | τον | Κορμακίτη | τους | Κορμακίτηδες |
κλητική | Κορμακίτη | Κορμακίτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Κορμακίτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Κορμακίτης αρσενικό (θηλυκό Κορμακίτη ή Κορμακίτου)