Κομαντατούρα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Κομαντατούρα | οι | Κομαντατούρες |
γενική | της | Κομαντατούρας | — | |
αιτιατική | την | Κομαντατούρα | τις | Κομαντατούρες |
κλητική | Κομαντατούρα | Κομαντατούρες | ||
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. | ||||
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Κομαντατούρα < (άμεσο δάνειο) γερμανική Kommandantur + -α
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ko.man.daˈtu.ɾa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κο‐μα‐ντα‐τού‐ρα
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚομαντατούρα θηλυκό
- (ιστορία) άλλη μορφή του Κομαντατούρ
- ※ Φέρτε έναν γέροντα παπά / με μύρα κι αγιαστούρα / να ξεπλυθεί η μυρουδιά / απ’ την Κομαντατούρα.
- τραγούδι: Η Κομαντατούρα, στίχοι: Ξενοφώντας Φιλέρης, μουσική-εκτέλεση: Γιώργος Ζαμπέτας, 1975
- ※ Η Κομαντατούρα λειτουργούσε ως κέντρο μεταγωγής, όπου έπειτα από ολιγοήμερη κράτηση και ανακρίσεις, οι συλληφθέντες οδηγούνταν, ανάλογα με το παράπτωμα, στα γραφεία των Ες-Ες της οδού Μέρλιν, στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Χαϊδαρίου ή στις φυλακές των ελληνικών Σωμάτων Ασφαλείας.
- Μαριάννα Μαρμαρά, Οι γνωστοί και οι άγνωστοι τόποι μνήμης της Κατοχής, athensvoice.gr, 27 Οκτωβρίου 2015
- ※ Ο Βαμβακάρης φεύγοντας από την Κομαντατούρα εκείνο το πρωινό σχεδίαζε, όπως έλεγε, να εξαφανιστεί από προσώπου γης. Ευτυχώς όμως τον πρόλαβαν οι εξελίξεις και τον έβγαλαν από τη δύσκολη θέση.
- Ο Βαμβακάρης και ένας δωσίλογος που τον έλεγαν Μάρκο, Φως, 29 Δεκεμβρίου 2020
- ※ Φέρτε έναν γέροντα παπά / με μύρα κι αγιαστούρα / να ξεπλυθεί η μυρουδιά / απ’ την Κομαντατούρα.
Μεταφράσεις
επεξεργασία Κομαντατούρα
→ δείτε τη λέξη Κομαντατούρ |