Κινέττα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Κινέττα | οι | Κινέττες |
γενική | της | Κινέττας | των | Κινεττών |
αιτιατική | την | Κινέττα | τις | Κινέττες |
κλητική | Κινέττα | Κινέττες | ||
Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Κινέττα < → δείτε τη λέξη Κινέτα
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ciˈne.ta/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κι‐νέτ‐τα
Κύριο όνομα επεξεργασία
Κινέττα θηλυκό
Μεταφράσεις επεξεργασία
Κινέττα
→ δείτε τη λέξη Κινέτα |