Καστρινός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ka.stɾiˈnos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κα‐στρι‐νός
Ετυμολογία 1 επεξεργασία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Καστρινός αρσενικό (θηλυκό Καστρινή)
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Καστρινός
|
Ετυμολογία 2 επεξεργασία
- Καστρινός < πατριδωνυμικό Καστρινός
Κύριο όνομα επεξεργασία
Καστρινός αρσενικό (θηλυκό Καστρινού)