Καρνιόλα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Καρνιόλα | ||
γενική | της | Καρνιόλας | ||
αιτιατική | την | Καρνιόλα | ||
κλητική | Καρνιόλα | |||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /kaɾˈɲo.la/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Καρ‐νιό‐λα
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚαρνιόλα θηλυκό, μόνο στον ενικό
- ιστορική περιοχή της Ευρώπης, η οποία κατείχε τμήματα της σημερινής Σλοβενίας