Θεοδοσόπουλος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Θεοδοσόπουλος | οι | Θεοδοσόπουλοι & Θεοδοσοπουλαίοι1 |
γενική | του | Θεοδοσόπουλου & Θεοδοσοπούλου |
των | Θεοδοσόπουλων2 & Θεοδοσοπουλαίων |
αιτιατική | τον | Θεοδοσόπουλο | τους | Θεοδοσόπουλους3 & Θεοδοσοπουλαίους |
κλητική | Θεοδοσόπουλε | Θεοδοσόπουλοι & Θεοδοσοπουλαίοι | ||
1. Οι δεύτεροι τύποι, προφορικοί, οικείοι. 2. Παρωχημένη γενική πληθυντικού: Θεοδοσοπούλων 3. Παρωχημένη αιτιατική πληθυντικού: Θεοδοσοπούλους | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παπαδόπουλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Θεοδοσόπουλος < Θεοδόσ(ιος) + -όπουλος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /θe.o.ðoˈso.pu.los/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Θε‐ο‐δο‐σό‐που‐λος
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΘεοδοσόπουλος αρσενικό (θηλυκό Θεοδοσοπούλου)