Δείτε επίσης: Ευκλείδης

Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Εὐκλείδης οἱ Εὐκλεῖδαι
      γενική τοῦ Εὐκλείδου τῶν Εὐκλειδῶν
      δοτική τῷ Εὐκλείδ τοῖς Εὐκλείδαις
    αιτιατική τὸν Εὐκλείδην τοὺς Εὐκλείδᾱς
     κλητική ! Εὐκλείδη Εὐκλεῖδαι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Εὐκλείδ
γεν-δοτ τοῖν  Εὐκλείδαιν
1η κλίση, ομάδα 'Ἀτρείδης', Κατηγορία 'Ἀτρείδης' όπως «Ἀτρείδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Εὐκλείδης < + -ίδης λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Εὐκλείδης αρσενικό

Συγγενικά επεξεργασία

→ και δείτε τις λέξεις εὖ και κλέος

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία