Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Ευστρατούλα οι Ευστρατούλες
      γενική της Ευστρατούλας
    αιτιατική την Ευστρατούλα τις Ευστρατούλες
     κλητική Ευστρατούλα Ευστρατούλες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ευστρατούλα < Ευστρατ(ία) + υποκοριστικό επίθημα -ούλα → και δείτε τις λέξεις Στράτος και Ευστράτιος

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ευστρατούλα θηλυκό

Άλλες μορφές επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

για γλώσσες που δεν διαχωρίζουν το υποκοριστικό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Ευστρατία