Ευλαμπία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Ευλαμπία | οι | Ευλαμπίες |
γενική | της | Ευλαμπίας | των | (Ευλαμπιών) |
αιτιατική | την | Ευλαμπία | τις | Ευλαμπίες |
κλητική | Ευλαμπία | Ευλαμπίες | ||
Κατηγορία όπως «νότα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ευλαμπία θηλυκό
Μεταφράσεις επεξεργασία
Ευλαμπία
|