Δείτε επίσης: ερινύα
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Ερινύα οι Ερινύες
      γενική της Ερινύας των Ερινύων
    αιτιατική την Ερινύα τις Ερινύες
     κλητική Ερινύα Ερινύες
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Ερινύα < αρχαία ελληνική Ἐρινύς

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Ερινύα θηλυκό (συνήθως στον πληθυντικό: Ερινύες)

Συνώνυμα

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία