Ελεούσα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Ελεούσα | οι | Ελεούσες |
γενική | της | Ελεούσας | — | |
αιτιατική | την | Ελεούσα | τις | Ελεούσες |
κλητική | Ελεούσα | Ελεούσες | ||
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. | ||||
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Ελεούσα < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /e.leˈu.sa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ε‐λε‐ού‐σα
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΕλεούσα θηλυκό
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Ελεούσα στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία Ελεούσα
|