Δείτε επίσης: δοξαράς

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Δοξαράς οι Δοξαράδες
      γενική του Δοξαρά των Δοξαράδων
    αιτιατική τον Δοξαρά τους Δοξαράδες
     κλητική Δοξαρά Δοξαράδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παλαμάς (κλίση: ψαράς)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Δοξαράς < επάγγελμα δοξαράς[1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ðo.ksaˈɾas/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Δο‐ξα‐ράς

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Δοξαράς αρσενικό (θηλυκό Δοξαρά)

Μεταγραφές επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Δοξαράς σελ.203 - Συμεωνίδης, Χαράλαμπος. (2015) Παράρτημα: Αρχαία ελληνικά τοπωνύμια και επώνυμα..., [έως και νεότερα επώνυμα, ετυμολογίες], σελ.195-207 στο Ο γλωσσικός χάρτης της Κεντρικής και Βόρειας Ελλάδας κατά την αρχαιότητα (συλλογικό, επιμ. Κανάκης, Γεώργιος Κ.) Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2015 pdf.