↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Γαριφαλίτσα οι Γαριφαλίτσες
      γενική της Γαριφαλίτσας
    αιτιατική τη Γαριφαλίτσα τις Γαριφαλίτσες
     κλητική Γαριφαλίτσα Γαριφαλίτσες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Γαριφαλίτσα < Γαριφαλ(ιά) + υποκοριστικό επίθημα -ίτσα

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ɣa.ɾi.faˈli.t͡sa/

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Γαριφαλίτσα θηλυκό

Άλλες μορφές

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

για γλώσσες που δεν διαχωρίζουν το υποκοριστικό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Γαριφαλιά