Δείτε επίσης: γέροντας

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Γέροντας οι Γερονταίοι
      γενική του Γέροντα των Γερονταίων
    αιτιατική τον Γέροντα τους Γερονταίους
     κλητική Γέροντα Γερονταίοι
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Μπούκουρας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Γέροντας < γέροντας

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Γέροντας αρσενικό

  1. ανδρικό επώνυμο (θηλυκό Γέροντα)
  2. ονομασία οικισμών της Ελλάδας

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

Μεταγραφές επεξεργασία