Βιδβάρδι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Βιδβάρδι | τα | Βιδβάρδια |
γενική | του | Βιδβαρδιού | των | Βιδβαρδιών |
αιτιατική | το | Βιδβάρδι | τα | Βιδβάρδια |
κλητική | Βιδβάρδι | Βιδβάρδια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Βιδβάρδι < αρβανίτικη Bithbardhi[1]
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /viðˈvaɾ.ði/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Βιδ‐βάρ‐δι
Κύριο όνομα επεξεργασία
Βιδβάρδι ουδέτερο
- (παρωχημένο) χωριό της Βοιωτίας, πρώην ονομασία του Ακοντίου[2]
Άλλες μορφές επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Βιδβάρδι