Δείτε επίσης: Βίκυ, βίκι, βίκοι
 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Βίκη
      γενική της Βίκης
    αιτιατική τη Βίκη
     κλητική Βίκη
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία 1

επεξεργασία
Βίκη: περικοπή του Βασιλική κατά το αγγλικό χαϊδευτικό:
< (άμεσο δάνειο) αγγλική Vicky, με απολοποίηση ορθογραφική, υποκοριστικό του Victoria <  δείτε  λατινική victoria

Κύριο όνομα

επεξεργασία

Βίκη θηλυκό

  • γυναικείο όνομα
      Ούτε ο Φώσκολος δεν θα έγραφε τέτοιο σενάριο, σαν κι αυτό που εκτυλίσσεται τώρα στο Δρομοκαΐτειο, με πρωταγωνίστρια τη Βίκη (...). Αίφνης η σύζυγος του πρώην υπουργού θυμάται πρόσωπα και πράγματα, για μίζες και εξοπλιστικά και ζητεί να μιλήσει με τον εισαγγελέα, για να δώσει συμπληρωματική κατάθεση. (* εφημερίδα Το Βήμα)

Άλλες γραφές

επεξεργασία
  • Βίκυ (μη απλοποιημένη)

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Ετυμολογία 2

επεξεργασία
Βίκη < γενική ενικού του αρσενικού Βίκης

Κύριο όνομα

επεξεργασία