Αξαρλής
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Αξαρλής < πατριδωνυμικό, άμεσο δάνειο από την οθωμανική τουρκική (στην τουρκική Akşarlı), ο καταγόμενος από το Αξάρι[1] της Μικράς Ασίας
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /a.ksaɾˈlis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Α‐ξαρ‐λής
Κύριο όνομα επεξεργασία
Αξαρλής αρσενικό (θηλυκό Αξαρλή)
Συγγενικά επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταγραφές επεξεργασία
Αναφορές επεξεργασία
Πηγές επεξεργασία
- Αξαρλής σελ.51 - Παναγιώτα Δαλακούρα (2020), Τα επώνυμα της Καβάλας. Γλωσσολογική προσέγγιση. Mεταπτυχιακή διπλωματική εργασία. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. DOI, pdf.