Ανάκασα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Ανάκασα | οι | Ανάκασες |
γενική | της | Ανάκασας | των | Ανακασών |
αιτιατική | την | Ανάκασα | τις | Ανάκασες |
κλητική | Ανάκασα | Ανάκασες | ||
συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Ανάκασα < πιθανόν παραφθορά του τοπικού επιρρήματος ἀνάκασι < αρχαία ελληνική Ἀνακαία[1]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /aˈna.ka.sa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Α‐νά‐κα‐σα
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΑνάκασα θηλυκό
- συνοικία στους Αγίους Αναργύρους στην Αθήνα
- ※ Η επιρροή τους είναι μεγάλη στον νεαρό καλλιτέχνη και τα πρώτα ολοκληρωμένα έργα που φτιάχνει είναι γλυπτά από σίδηρο και γύψο, όπως οι «Τέσσερις Στρατιώτες», που κατασκευάζει σε ένα μικρό εργαστήρι στην Ανάκασα. (Σάκης Ιωαννίδης, Takis: Σπάζοντας τα όρια μεταξύ επιστήμης, τεχνολογίας και γλυπτικής, εφημερίδα Καθημερινή, 10 Αυγούστου 2019)
Μεταφράσεις
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ Κώστας Η. Μπίρης, Αι τοπωνυμίαι της πόλεως και των περιχώρων των Αθηνών (Αθήνα, Υπουργείο Πολιτισμού-Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων, 32006, ISBN 960-214445-9)