nostri
Βενετικά (vec)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος αντωνυμίας
επεξεργασίαnostri (vec)
Λατινικά (la)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος αντωνυμίας
επεξεργασίαnostri (la)
- προσωπική αντωνυμία
- γενική πληθυντικού του ego
- κτητική αντωνυμία
- γενική ενικού, αρσενικού ή ουδέτερου γένους του noster
- ονομαστική πληθυντικού, αρσενικού γένους του noster
Κλίση
επεξεργασίαΠροσωπική Αντωνυμία | |||
---|---|---|---|
ενικός | |||
πτώση | α' πρόσωπο | β' πρόσωπο | γ' πρόσωπο |
ονομαστική | ego | tu | - |
γενική | mei | tui | sui |
δοτική | mihi | tibi | sibi |
αιτιατική | me | te | se |
κλητική | - | - | - |
αφαιρετική | (a) me | (a) te | (a) se |
πτώση | πληθυντικός | ||
ονομαστική | nos | vos | - |
γενική | nostri & nostrum | vestri & vestrum | sui |
δοτική | nobis | vobis | sibi |
αιτιατική | nos | vos | se |
κλητική | - | - | - |
αφαιρετική | (a) nobis | (a) vobis | (a) se |
Ιταλικά (it)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος αντωνυμίας
επεξεργασίαnostri (it)