Ετυμολογία

επεξεργασία

międzynarodowy < między (ανάμεσα) + narodowy (εθνικός)

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /mʲɛ̃.d͡zɨ.na.rɔˈdɔ.vɨ/
 

  Επίθετο

επεξεργασία

międzynarodowy (pl)

Συγγενικά

επεξεργασία