in-
Λατινικά (la)Επεξεργασία
ΠρόθημαΕπεξεργασία
in- (la)
- πρόθημα, αντίστοιχο του στερητικού α- της ελληνικής γλώσσας
Άλλες μορφέςΕπεξεργασία
ΣύνθεταΕπεξεργασία
- Λατινικές λέξεις με πρόθημα in- στο Βικιλεξικό
- impune - νηποινεί, χωρίς τιμωρία
- inconstans - ασταθής
- incorrupte - αδιάφθορα
- incredibilis - απίστευτος
- injustus - άδικος
- infragilis - άθραυστος
- infrenis - χωρίς χαλινό
- inverto - αναστρέφω
ΠρόθημαΕπεξεργασία
in- (la)