expert
Αγγλικά (en) Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
expert (en)
Γαλλικά (fr) Επεξεργασία
ΠροφοράΕπεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
expert (fr)
- ο/η εξπέρ, ο/η εμπειρογνώμων, ο/η ειδήμονας, ο/η εμπειρογνώμονας, ο γνωμοδότης
expert (en)
expert (fr)