constant
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
constant (en)
Ουσιαστικό επεξεργασία
constant (en)
- (μαθηματικά, πληροφορική) η σταθερά
- The number π=3.14... is a mathematical constant - Ο αριθμός π=3.14... είναι μία μαθηματική σταθερά
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | constant | constants |
θηλυκό | constante | constantes |
constant (fr)