Volk
Γερμανικά (de) Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | das Volk | die Völker |
γενική | des Volks des Volkes |
der Völker |
δοτική | dem Volk | den Völkern |
αιτιατική | das Volk | die Völker |
Volk (de) ουδέτερο
ΣύνθεταΕπεξεργασία
και