↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική der Neigungswinkel die Neigungswinkel
γενική des Neigungswinkels der Neigungswinkel
δοτική dem Neigungswinkel den Neigungswinkeln
αιτιατική den Neigungswinkel die Neigungswinkel

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Neigungswinkel < Neigung + Winkel

  Προφορά

επεξεργασία
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

Neigungswinkel (de) αρσενικό