Flieger
Γερμανικά (de)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
ονομαστική | der | Flieger | die | Flieger |
γενική | des | Fliegers | der | Flieger |
δοτική | dem | Flieger | den | Fliegern |
αιτιατική | den | Flieger | die | Flieger |
Προφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαFlieger (de) αρσενικό (θηλυκό Fliegerin)
Κύριο όνομα
επεξεργασίαFlieger αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές
επεξεργασία
Ιταλικά (it)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Flieger < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαFlieger αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές
επεξεργασία- Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023 [3]