Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η -ιέρα οι -ιέρες
      γενική της -ιέρας
    αιτιατική τη(ν) -ιέρα τις -ιέρες
     κλητική -ιέρα -ιέρες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

-ιέρα < (άμεσο δάνειο) ιταλική -iera[1]

  Επίθημα επεξεργασία

-ιέρα θηλυκό

Σύνθετα επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία

  • -ιέραΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)