-είδης
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | -είδης | οἱ | -εῖδαι |
γενική | τοῦ | -είδου | τῶν | -ειδῶν |
δοτική | τῷ | -είδῃ | τοῖς | -είδαις |
αιτιατική | τὸν | -είδην | τοὺς | -είδᾱς |
κλητική ὦ! | -είδη | -εῖδαι | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | -είδᾱ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | -είδαιν | ||
Πληθυντικός -εῖδαι (μακρά παραλήγουσα). | ||||
1η κλίση, ομάδα 'Ἀτρείδης', Κατηγορία 'Ἀτρείδης' όπως «Ἀτρείδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Επίθημα
επεξεργασία-είδης αρσενικό
- πατρωνυμικά σε -ίδης με θέμα που λήγει σε έψιλον
Σύνθετα
επεξεργασίαΕιδικότερα, λήγουν σε ε-ίδης και περισπώνται στον πληθυντικό:
- Κατηγορία:Κύρια ονόματα που λήγουν σε -είδης (αρχαία ελληνικά)
- (Χρειάζεται επεξεργασία)