Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Ἑρμέᾱς, Ἑρμῆς οἱ Ἑρμέαι   > Ἑρμαῖ
      γενική τοῦ Ἑρμέου > Ἑρμοῦ τῶν Ἑρμέων > Ἑρμῶν
      δοτική τῷ Ἑρμέ, Ἑρμ τοῖς Ἑρμέαις > Ἑρμαῖς
    αιτιατική τὸν Ἑρμέᾱν, Ἑρμῆν
             & Ἑρμ
τοὺς Ἑρμέᾱς   > Ἑρμᾶς
     κλητική ! Ἑρμέᾱ, Ἑρμ Ἑρμέαι   > Ἑρμαῖ
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Ἑρμέᾱ   > Ἑρμ
γεν-δοτ τοῖν  Ἑρμέαιν   > Ἑρμαῖν
Για διαλεκτικούς τύπους, δείτε «Ἑρμῆς»
1η κλίση, ομάδα 'Ἑρμέας Ἑρμῆς', Κατηγορία 'Ἑρμέας' όπως «Ἑρμέας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ἑρμέας αρσενικό

  Πηγές επεξεργασία