Ἑρμαῖ
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασίαἙρμαῖ αρσενικό
- ονομαστική και κλητική πληθυντικού του ανδρικού κυρίου ονόματος Ἑρμῆς
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαἙρμαῖ αρσενικό
- ονομαστική και κλητική πληθυντικού του κυρίου ονόματος Ἑρμῆς στη σημασία: Ερμές, οδοδείκτες με προτομή του Ερμή