↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Ἀρχελαΐς αἱ Ἀρχελαΐδες
      γενική τῆς Ἀρχελαΐδος τῶν Ἀρχελαΐδων
      δοτική τῇ Ἀρχελαΐδ ταῖς Ἀρχελαΐσῐ(ν)
    αιτιατική τὴν Ἀρχελαΐδ τὰς Ἀρχελαΐδᾰς
     κλητική ! Ἀρχελαΐς* Ἀρχελαΐδες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Ἀρχελαΐδε
γεν-δοτ τοῖν  Ἀρχελαΐδοιν
Με βραχύ γιώτα στο θέμα -ίς -ίδος.
* Κατά τη Γραμματική του Smyth, η κλητική ενικού χωρίς το
Συνήθως στον ενικό.
3η κλίση, Κατηγορία 'πατρίς' όπως «πατρίς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Ἀρχελαΐς < Ἀρχέλα(ος) + -ίς

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Ἀρχελαΐς θηλυκό

  1. γυναικείο όνομα
  2. ονομασία πόλεων της Ασίας, όπως της Παλαιστίνης, της Καππαδοκίας