Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ἀρχέλαος < ἄρχω + λαός (ο άρχων, ο αρχηγός του λαού)

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ἀρχέλαος αρσενικό