ἀποφαίνω
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαἀποφαίνω
- αναδεικνύω, φανερώνω, παρουσιάζω
- διακηρύσσω, εισηγούμαι, αποφαίνομαι, συμβουλεύω, εκφέρω γνώμη
- αποδεικνύω
- παριστώ
- πληρώνω, αποδίδω λογαριασμό
- διορίζω
Συγγενικά
επεξεργασία- ἀπόφανσις
- ἀποφαντικός
- ἀπόφασις (διάφορο του ἀπόφασις του φημί)