Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

φημί < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *bʰeh₂- (λέγω) (το θέμα φη- και κατά μετάπτωση φα-)

  Ρήμα επεξεργασία

φημί

Συνώνυμα επεξεργασία


Συγγενικά επεξεργασία

Σύνθετα επεξεργασία


Αρχικοί Χρόνοι
Ενεστώτας φημί
Παρατατικός ἒφασκον και ἔφην
Μέλλοντας φήσω
Αόριστος ἔφησα και Αόριστος β ἔφην
Παρακείμενος εἴρηκα
Υπερσυντέλικος εἰρήκειν


Αντώνυμα επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

νέας ελληνικής