Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
φημίζομαι
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
Ετυμολογία
επεξεργασία
φημίζομαι
<
φήμη
Ρήμα
επεξεργασία
φημίζομαι
είμαι
γνωστός
για κάτι, είμαι
καλός
σε κάτι
φημίζεται
για το
μπακλαβά
του
Συγγενικά
επεξεργασία
φημισμένος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
φημίζομαι
αγγλικά
:
well known
(en)
γαλλικά
:
être
(fr)
réputé
(fr)