ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ἀκανθών οἱ ἀκανθῶνες
      γενική τοῦ ἀκανθῶνος τῶν ἀκανθώνων
      δοτική τῷ ἀκανθῶν τοῖς ἀκανθῶσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν ἀκανθῶν τοὺς ἀκανθῶνᾰς
     κλητική ! ἀκανθών ἀκανθῶνες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ἀκανθῶνε
γεν-δοτ τοῖν  ἀκανθώνοιν
3η κλίση, Κατηγορία 'χειμών' όπως «χειμών» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

ἀκανθών, -ῶνος αρσενικό