• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ἀγκυροβόλιον

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Αρχαία ελληνικά (grc)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική τὸ ἀγκυροβόλιον τὰ ἀγκυροβόλιᾰ
      γενική τοῦ ἀγκυροβολίου τῶν ἀγκυροβολίων
      δοτική τῷ ἀγκυροβολίῳ τοῖς ἀγκυροβολίοις
    αιτιατική τὸ ἀγκυροβόλιον τὰ ἀγκυροβόλιᾰ
     κλητική ὦ! ἀγκυροβόλιον ἀγκυροβόλιᾰ
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ἀγκυροβολίω
γεν-δοτ τοῖν  ἀγκυροβολίοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'πρόσωπον' όπως «πρόσωπον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
ἀγκυροβόλιον < ἀγκυροβολέω

Ουσιαστικό

επεξεργασία

ἀγκυροβόλιον ουδέτερο

  • τόπος στον οποίο υπάρχει η δυνατότητα να αγκυροβολήσει, πλωτό μέσο
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ἀγκυροβόλιον&oldid=3990410"
Τελευταία επεξεργασία στις 25 Ιουλίου 2018, στις 10:30

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 25 Ιουλίου 2018, στις 10:30.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας